Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2025

Dos guitarristas

 Δύο κιθάριστες που  έπαιζαν μαζί ρομαντικές μελωδίες, δύο κιθάρες που κουρδιζαν παρέα και τις ακούμπησε η ίδια πένα και η κατάρα που έριξαν μια νύχτα στον εαυτό τους.


Ο ποιητής τους φαντάζονταν να παίζουν ισπανικούς σκοπούς, τραχείς, ωμους, απότομους. Περήφανους και καθαρούς! Σκοπούς ξεχασμένους στις καρδιές μας.


Μα οι κιθάριστες είχαν δική τους βούληση και δεν υπακουαν στη θέληση των άλλων. Βήμα - βήμα, νότα - νότα, έχτιζαν την ιστορία τους από την αρχή. Ταξίδεψαν στον χρόνο, με μόνη συντροφιά  κάποιες διστακτικές χορδές. Άσπρα, μαύρα πλήκτρα, δοξάρια και μικρόφωνα, όλα μαζί περνούσαν δίπλα τους, αλλά δεν έπρεπε να ξέρουν. Ποτέ δεν έπρεπε να μάθουν.


Γιατί οι κιθάρες τους ήταν παράνομες.


Μελωδίες του Θεοδωράκη, του Χατζιδάκι και του Κουγιουμτζή, δροσιζαν για λίγο τη ψυχή τους, μα η φωτιά δεν έσβηνε. Αυτή η φωτιά θα είναι και η καταστροφή τους.

Προς το παρόν τους αγαπούσαν όλοι, όπου κι αν πήγαιναν, όλοι σιωπούσαν για να ακούσουν τις κιθάρες τους. Μα όσα θα 'θέλαν πραγματικά, δεν μπόρεσαν ποτέ να τραγουδήσουν.


Κι ας πούμε τώρα πως τους έλεγαν Μιλένα και Χοσέ, ονόματα ολότελα ψεύτικα. 

Κι ας πούμε επίσης ότι ήμουν φίλος τους, πράγμα που αποκλείεται.

Κι ας υποθέσουμε ύστερα πως δεν είχα καταλάβει τίποτα -αυτο κι αν είναι ψέμα!


Είδες λοιπόν; 

Αυτή η αίθουσα συναυλιών, γέμισε με τα ψέματα ολωνων και έφτασε η θολούρα ως την οροφή, σαν βρώμικη θάλασσα που θα μας πνίξει.


Μα όταν τελείωσε η συναυλία, δάκρυσα και τους είπα ότι είμαι περήφανος για αυτούς.

Και δεν έλεγα ψέματα.


Σκλάβοι του πάθους και του ψεύδους, οι εραστές του ονείρου πια δεν ποθούν. Μόνο βαριανασαινουν.