Που είσαι φίλε; Πώς περνάς, που πας και τι γυρεύεις;
Καμία απόκριση. Σύνθλιψη των χρωμάτων σε εργοστάσιο παραγωγής κρύου μετάλλου, μαύρου στο χρώμα, που λερώνει και διαλύεται, μα μετά επανασυντιθεται.
Ένα μηδέν ήσουν μια ζωή και ας σε περνούσαμε απλά για νούμερο. Ένα μηδέν, μα πιο κάτω κι από μηδέν - είσαι αρνητικός σε όλα. Που βασίζεται;
Δεν είσαι ένας, είσαι πολλοί, άντρες και γυναίκες. Αξίζεις τόσο τη μια στιγμή, την άλλη κάτι, μα γενικά τίποτε!
Φεύγεις την ώρα πάντα που πρέπει, κάτι σε διώχνει και δεν σ' αντέχει καμία ψυχή. Το ύφος σου αλλάζει κατά πως συμφέρει, τι θέλεις μέσα σου κανείς δεν ξέρει, ούτε κι εσύ.
Είσαι χαμένος, κάπου πνιγμένος, κατεστραμμένος και ατιμασμενος μα προσοχή!
Κι αν δεν το θέλω, κι αν με πειράζει, στέλνω για εσένα πάλι απόψε μια προσευχή.
Και τώρα, ξαναβουτα μέσα στον πελώριο εγωισμό σου, σαν πουλί που χώνεται σε έλος. Μην σκουζεις, μη φωνάζεις, μη παραπονιέσαι, μην δείχνεις τα φτερά σου κι άλλες τέτοιες φοβέρες.
Δεν έχεις θέση σε αυτόν τον κόσμο, όχι γιατί ο κόσμος σε έδιωξε, αλλά γιατί εσύ αγαπάς το κενό.
Μείνε στο μαύρο. Η καταχνιά σου πάει.