Σήμερα ήταν η ημέρα επετείου του ιστορικού ΟΧΙ που είπε ο ελληνικός λαός στις δυνάμεις της καταπίεσης, της βαρβαρότητας και του ολοκληρωτισμού το 1940. Ημέρα κατά την οποία πρέπει να θυμόμαστε και να τιμούμε τους αγωνιστές μας, προσπαθώντας να μοιάσουμε με τον τρόπο μας στον ηρωισμό και την γενναιότητα που επέδειξαν οι όχι και τόσο μακρινοί μας πρόγονοι απέναντι στον επίδοξο κατακτητή. Ημέρα να βροντοφωνάξουμε ΟΧΙ.
Το μεγάλο θέμα της ημέρας ήταν η γενική αποδοκιμασία του κόσμου στην εξέδρα των επισήμων στις κατά τόπους παρελάσεις. Ο κόσμος οργανωμένα ή αυθόρμητα στις περισσότερες περιπτώσεις, επέλεξε να στείλει το δικό του μήνυμα στους εκπροσώπους του πολιτικού μας κόσμου. Κάποιοι έφυγαν σαν τους κλέφτες. Κάποιοι οργίστηκαν. Κάποιοι άλλοι παρέμειναν στη θέση τους, σαν να μην έτρεχε τίποτα απολύτως. Ένα πρόσωπο θα πρέπει να μας μείνει στο μυαλό για τη στάση του και αυτό είναι ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Το πρόσωπο αυτό ενσαρκώνει τις ιδέες και τα ιδανικά ενός ολόκληρου πολιτεύματος που αποκλίνει εδώ και πολύ καιρό από την ενδεδειγμένη για του πορεία. Υπεύθυνοι για αυτό είναι σύσσωμος ο πολιτικός μας κόσμος, εξαίρεση του οποίου δεν αποτελεί ο Πρόεδρος. Με όσα συμβαίνουν το χρονικό διάστημα από την εκλογή του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην εξουσία, στη διάρκεια του οποίου έχει καταλυθεί κάθε έννοια κοινωνικού κράτους ή δικαίου, θα περίμενε κανείς ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να λάβει σαφή θέση. Αντ’ αυτού, έχει επιλέξει να μένει ένοχα σιωπηλός, την ώρα που θα έπρεπε να είναι έστω ο τελευταίος θεματοφύλακας της ελληνικής (ισο)Πολιτείας.
Είναι λογική και επόμενη η αντίδραση του στις κραυγές του κόσμου εναντίον του. Προδότης ένας Πρόεδρος της Δημοκρατίας; Αδύνατον! Ενοχλήθηκε σφόδρα με το χαρακτηρισμό και αμέσως μας υπενθύμισε πως αγωνίστηκε για την Ελλάδα ως αντάρτης εκείνα τα ταραγμένα και τραυματικά χρόνια. Η στάση του το τελευταίο διάστημα έδειξε πως συναινεί σε όλη τη διαδικασία χρέους και υποβάθμισης της ελληνικής κοινωνίας, φέροντας σαν δικαιολογία τη διάσωση της πατρίδας από την αδιέξοδη οικονομική πορεία που έχει πάρει όλα τα προηγούμενα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση.
Ο δρόμος για τη κόλαση στρώνεται με τις καλύτερες προθέσεις λένε και είμαι σίγουρος πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν είναι εθνικός μειοδότης. Δεν του το επιτρέπει το παρελθόν του. Δεν του το επιτρέπει ο θεσμικός του ρόλος. Επιπλέον, δεν πρέπει ένας Έλληνας πολίτης να υποθέτει κάτι τέτοιο για τον ίδιο του τον Πρόεδρο. Θα ήταν μια ύβρις.
Όμως, τα ίδια ακριβώς δεν ισχύουν και για τον Πρωθυπουργό της χώρας; Μήπως δεν ισχύει το ίδιο για τους κ.κ. Υπουργούς; Για τους βουλευτές; Για τους δημάρχους; Για το τελευταίο κρατικό υπάλληλο; Πως γίνεται λοιπόν να έχουμε ξεπεράσει τους ηθικούς φραγμούς αυτούς εδώ και καιρό; Μήπως δεν έχουν αποκληθεί προδότες οι πολιτικοί μας τους τελευταίους μήνες; Μήπως δεν έχουν απαξιωθεί τόσο στη συνείδηση του κόσμου, ως του σημείου να εμφανιστούν και πάλι περιπτώσεις νοσταλγών της δικτατορίας; Μήπως κάτι δε πήγαινε καλά εδώ και πολύ καιρό στις σχέσεις των πολιτών με τους νόμιμους εκπροσώπους του;
Μάλλον η ιδέα να διαδηλώσει και να δείξει τη περιφρόνηση του ο κόσμος στους υπερτοπικούς του άρχοντες δεν είναι νέα. Είναι μια διαδικασία που έχει προκύψει από ζυμώσεις δεκαετιών και ολοκληρώνεται στη σημερινή Ελλάδα με τον πλέον απόλυτο τρόπο. Οι Έλληνες δε γουστάρουν πια αυτούς που τους κυβερνούν.
Ο κύριος Παπούλιας έχει αποτύχει το τελευταίο διάστημα να ανταποκριθεί στο ρόλο που του έχει αναθέσει ο ελληνικός λαός, γιατί αυτός θα ήταν να δηλώσει ρητά και κατηγορηματικά την εναντίωση του εναντίον της συνωμοσίας που έχει εξυφανθεί κατά του έθνους και του κράτους. Αν επιτελούσε ευσυνείδητα το ρόλο του, θα διέλυε αύριο κι όλας το θίασο αυτό του παραλόγου που λέγεται κυβέρνηση, αποσύροντας την εμπιστοσύνη του σε αυτήν, εξαναγκάζοντας την να πάει σε εθνικές εκλογές. Δε το έχει κάνει ως τώρα. Θα μπορούσε επίσης για λόγους ευθιξίας να παραιτηθεί, αν όχι πρωτύτερα, δείχνοντας ανοιχτά τη δυσφορία του στις μεθοδεύσεις που μας οδήγησαν ως εδώ, έστω τώρα, την ύστατη στιγμή, σαν παράδειγμα αρχηγού κράτους, που εκφράζοντας τη βούληση του λαού του, δεν αντέχει τη κοροϊδία και εγκαταλείπει το αξίωμα του, αηδιασμένος από τις πρακτικές που οδηγούν μια ολόκληρη χώρα στην μιζέρια και την απελπισία.
Δεν έκανε τίποτα από τα δύο προς το παρόν, όμως η φράση που ξεστόμισαν κάποιοι, αλλά και ο ίδιος, προσπαθώντας να την αντικρούσει, θα μείνει εδώ για να στοιχειώνει τη πολιτική μας ζωή για πάντα, με τον ίδιο τρόπο που ακούστηκαν ακατονόμαστες ύβρεις εναντίον του Πρωθυπουργού της χώρας στην Έκθεση Θεσσαλονίκης 2011.
Παρόμοιες ύβρεις ακούστηκαν και κατά άλλων υπουργών και βουλευτών το τελευταίο καιρό. Μόνο έκπληξη λοιπόν δεν αποτελούν τα σημερινά γεγονότα.
Κάτι είναι πολύ σάπιο στο βασίλειο της Δανιμαρκίας τελικά. Κανείς δε μπορεί να συνεχίσει να υποκρίνεται. Οι μάσκες δεν έπεσαν. Κείτονταν πολύ καιρό χάμω.
Το λυπηρό είναι πως ο θεσμός της Προεδρίας της Δημοκρατίας υπέστη ήδη πλήγμα, εφόσον βρέθηκε έστω κι ένας πολίτης αυτής της χώρας να αποκαλέσει τον αρχηγό του κράτους προδότη. Το στενάχωρο είναι ότι αυτή η σκέψη πλανάται στις συνειδήσεις πολλών ακόμη πολιτών αυτής της χώρας. Το τραγικό θα είναι να επαληθευτεί με τον πλέον αποκρουστικό τρόπο, με χτύπημα στον θεσμό της ίδιας της Δημοκρατίας στη χώρα μας. Ας ελπίσουμε να μην είναι ήδη πολύ αργά.